Άρης Βελουχιώτης
|
Όλοι θυμόμαστε το κλασικό προπαγανδιστικό σχήμα πολύ
παλαιότερων δεκαετιών: «Θα έρθουν οι κομμουνιστές και θα μας πάρουν τα σπίτια
και τα λεφτά». Οι κομμουνιστές ουδέποτε «ήρθαν». Σήμερα ωστόσο σύμπασα η
κοινωνία και το ελληνικό κράτος κατηγορούνται επί... σοβιετισμώ από τη
νεοφιλελεύθερη λαίλαπα που έχει ενσκήψει στη χώρα λεηλατώντας εισοδήματα και
δημεύοντας περιουσίες και σπίτια. Ο κυνισμός και η γελοιότητα συνήθως
συνυπάρχουν συμπληρωματικά – και στην περίπτωσή μας αυτή η διαπίστωση ισχύει
απολύτως.
Οι αδιανόητες – πριν από ελάχιστο καιρό – ακρότητες εις βάρος του
ελληνικού λαού δημιουργούν μια επιδεινούμενη, ημέρα με την ημέρα, ανθρωπιστική
κρίση. Η κατάσταση της κοινωνίας προκαλεί ακόμη και σε κατ’ εξοχήν μνημονιακούς
μιντιακούς πυλώνες την αναγραφή και την εκφορά σχολίων και χαρακτηρισμών, όπως
«κατάρρευση», «διάλυση», «εξαθλίωση», «εξανδραποδισμός», τους οποίους πριν από
δύο και πλέον χρόνια διάβαζε κάποιος... στο «Π».
Η παραδοχή της πραγματικότητας από παράγοντες που έχουν συμβάλει τα μέγιστα στην κατρακύλα είναι ενίοτε απλώς ένας επικοινωνιακός «φερετζές», ο οποίος λειτουργεί ως βαλβίδα εκτόνωσης της οργής. Εδώ όμως προφανώς έχουμε πλέον να κάνουμε με κάτι εντελώς διαφορετικό: Η κατρακύλα της χώρας είναι ανεξέλεγκτη και η διαπίστωση αυτή είναι κοινή. Όλοι επιπλέον παραδέχονται ότι η κυβέρνηση Σαμαρά δεν εκπλήρωσε την κύρια προεκλογική της υπόσχεση: να «επαναδιαπραγματευθεί».
Προφανώς η έκδηλη και γενικευμένη πλέον ανησυχία δεν αφορά τη μετεκλογική διάψευση των εσκεμμένων προεκλογικών ψευδών. Τέτοιες ευαισθησίες δεν χαρακτηρίζουν τα συστήματα εξουσίας, ιδιαίτερα σε εποχές απόλυτης επιβολής της ισχύος τους στην κοινωνία και πλήρους «ενημερωτικού» ολοκληρωτισμού. Και μάλιστα σε εποχές πλήρους και απόλυτης ταύτισης της πολιτικής και της μιντιακής εξουσίας.
Η ανησυχία αφορά τη βιωσιμότητα μιας κυβέρνησης η οποία φαντάζει στα μάτια τους ως η μοναδική «ευρωπαϊκή», «θεσμική» κ.λπ. πολιτική λύση. Αισθάνονται ίσως ότι η κατάρρευση της τρικομματικής συγκυβέρνησης ίσως συμπαρασύρει σε μεγάλο μέρος και τους ίδιους. Έτσι εκλιπαρούν την κυβέρνηση να εξαντλήσει κάθε δυνατότητα βελτίωσης ενός πολιτικού και κοινωνικού κλίματος που βρίσκεται στα πρόθυρα της έκρηξης. Το ερώτημα είναι αν η κυβέρνηση Σαμαρά έχει διατηρήσει έστω και ίχνη αξιοπιστίας έναντι των δανειστών και της κοινωνίας ώστε να μετατρέψει την έκκλησή τους σε πράξη.
Η παραδοχή της πραγματικότητας από παράγοντες που έχουν συμβάλει τα μέγιστα στην κατρακύλα είναι ενίοτε απλώς ένας επικοινωνιακός «φερετζές», ο οποίος λειτουργεί ως βαλβίδα εκτόνωσης της οργής. Εδώ όμως προφανώς έχουμε πλέον να κάνουμε με κάτι εντελώς διαφορετικό: Η κατρακύλα της χώρας είναι ανεξέλεγκτη και η διαπίστωση αυτή είναι κοινή. Όλοι επιπλέον παραδέχονται ότι η κυβέρνηση Σαμαρά δεν εκπλήρωσε την κύρια προεκλογική της υπόσχεση: να «επαναδιαπραγματευθεί».
Προφανώς η έκδηλη και γενικευμένη πλέον ανησυχία δεν αφορά τη μετεκλογική διάψευση των εσκεμμένων προεκλογικών ψευδών. Τέτοιες ευαισθησίες δεν χαρακτηρίζουν τα συστήματα εξουσίας, ιδιαίτερα σε εποχές απόλυτης επιβολής της ισχύος τους στην κοινωνία και πλήρους «ενημερωτικού» ολοκληρωτισμού. Και μάλιστα σε εποχές πλήρους και απόλυτης ταύτισης της πολιτικής και της μιντιακής εξουσίας.
Η ανησυχία αφορά τη βιωσιμότητα μιας κυβέρνησης η οποία φαντάζει στα μάτια τους ως η μοναδική «ευρωπαϊκή», «θεσμική» κ.λπ. πολιτική λύση. Αισθάνονται ίσως ότι η κατάρρευση της τρικομματικής συγκυβέρνησης ίσως συμπαρασύρει σε μεγάλο μέρος και τους ίδιους. Έτσι εκλιπαρούν την κυβέρνηση να εξαντλήσει κάθε δυνατότητα βελτίωσης ενός πολιτικού και κοινωνικού κλίματος που βρίσκεται στα πρόθυρα της έκρηξης. Το ερώτημα είναι αν η κυβέρνηση Σαμαρά έχει διατηρήσει έστω και ίχνη αξιοπιστίας έναντι των δανειστών και της κοινωνίας ώστε να μετατρέψει την έκκλησή τους σε πράξη.
Σταύρος Χριστακόπουλος
(ΠΟΝΤΙΚΙ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου