Πριν από χρόνια, ο Γιούργκεν Χάμπερμας υποστήριζε ότι η ουσία του καπιταλισμού είναι η ένωση κεφαλαίου και εργατικής δύναμης. Σκοπός αυτής της ένωσης είναι να πραγματοποιεί μιαν εμπορική συναλλαγή ,δηλαδή το κεφάλαιο να αγοράζει εργατική δύναμη με τη μεσολάβηση του κράτους.
Για να γίνει η συναλλαγή πρέπει να ικανοποιούνται δύο προϋποθέσεις: το κεφάλαιο πρέπει να είναι σε θέση να αγοράζει και η εργατική δύναμη πρέπει να μπορεί να αγοραστεί, δηλαδή να γίνεται αρκετά ενδιαφέρουσα και δελεαστική για να αγοραστεί από το κεφάλαιο. Κύριο καθήκον του κράτους είναι επομένως να δράσει έτσι ώστε και οι δυο αυτές προϋποθέσεις να υλοποιηθούν. Γι' αυτόν τον λόγο το κράτος πρέπει να κάνει δύο πράγματα: πρώτον, να χρηματοδοτήσει το κεφάλαιο στην περίπτωση που δεν διαθέτει την αναγκαία ρευστότητα για την αγορά μιας παραγωγικής και επικερδούς εργατικής δύναμης.
Δεύτερον, να βεβαιωθεί ότι η εργατική δύναμη αξίζει πραγματικά να αγοραστεί, δηλαδή ότι είναι σε θέση να αντέξει τον κόπο της βιομηχανικής παραγωγής, ότι είναι δυνατή και υγιής και ότι είναι κατάλληλα προετοιμασμένη και διαθέτει εκείνες τις εργασιακές γνώσεις και ιδιότητες που είναι αναγκαίες ώστε να απασχοληθεί στον βιομηχανικό τομέα. Ο Χάμπερμας έγραφε αυτά τα πράγματα στον καιρό της μοντέρνας «στέρεης» κοινωνίας των παραγωγών. Σήμερα, στη «ρευστή» κοινωνία, το κράτος είναι καπιταλιστικό στο μέτρο που εγγυάται μια συνεχή πιστωτική διαθεσιμότητα. Εξάλλου, η συνεργασία κράτους και αγοράς είναι κανόνας στον καπιταλισμό. Η σύγκρουση μεταξύ τους, αν ποτέ παρουσιαστεί, είναι αντίθετα η εξαίρεση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου