«Μα πώς γίνεται να σας
αγαπάνε όλοι, κύριε Τσιβιλίκα;» «Μόνο καλά λόγια ακούω για σας!»,
διαμαρτυρόμουν. ...«Απ΄όσο ξέρω όχι, δεν έχω εχθρούς, κυρία μου».....«Τι θέλεις
να σου πώ; Γιατί δεν έχω έχθρες; Ίσως δεν είμαι αρκετά μεγάλο ψάρι για να με
ορέγονται τα αρπακτικά. ......
Σήμερα, μέσα στη μεγάλη θλίψη που με κατέκλυσε για τον πρόωρο (ίσως
και αποτρέψιμο;) χαμό του, έλαμψε αιφνιδίως εντός μου και η εξήγηση που
αναζητούσα. Για τους περισσότερους, ήταν προφανής: Εγώ που γεννήθηκα καχύποπτη,
χρειάστηκα, δυστυχώς το σοκ της απώλειας για να φάω το φλας:
Ο Βασίλης Τσιβιλίκας ανήκε απλώς, στο σπάνιο είδος του ανθρώπου που
τα είχε «βρει» με τον εαυτό του. Από νωρίς. Αυτό εξέπεμπε, αυτό και εισέπραττε.
Ηρεμα και απλά.
Τώρα, αν αυτό είναι επίσης ένα ‘χάρισμα’ που σου δίνεται από την
κούνια ή αν πρέπει επίσης να το τιμήσεις, να το καλλιεργήσεις, να το
υπερασπιστείς με απόλυτη συνέπεια, ως το τέλος της ζωής σου, είναι μια άλλη
ερώτηση- και σήμερα είμαι πολύ λυπημένη για τέτοιες ερωτήσεις.
Αντίο, λελέκι. Πέτα ψηλά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου